δακράκι

δακράκι
το бот. примула

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "δακράκι" в других словарях:

  • Μαντέλου, Ελένη — (Κύμη Εύβοιας 1950 –). Λογοτέχνης και τραγουδίστρια. Σπούδασε ψυχολογία και μουσική. Σταδιοδρόμησε ως τραγουδίστρια συνεργαζόμενη με κορυφαίους Έλληνες συνθέτες, όπως τους Μ. Θεοδωράκη, Σταύρο Ξαρχάκο, Χρήστο Λεοντή κ.ά., ενώ σε συνεργασία με τον …   Dictionary of Greek

  • πρίμουλα — η, Ν βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια πριμουλίδες τής τάξης πριμουλώδη, το οποίο έχει 500 περίπου είδη που απαντούν κυρίως στο βόρειο ημισφαίριο, από τα οποία στην Ελλάδα είναι αυτοφυή τρία είδη, γνωστά με τις… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»